«Η Βασίλισσα του Αιγαίου» εξομολογείται:
«Αυτή είναι η Ιλιάδα και η Οδύσσειά μου. Η ζωή μου. Διάλεξα να ζήσω ελεύθερα και ανεξάρτητα. Για να έχω ούριο άνεμο στο ταξίδι μου, θυσίασα τον ρόλο που μου όρισε η κοινωνία, τον ρόλο της συζύγου και μητέρας, όπως ο Αγαμέμνονας θυσίασε την κόρη του Ιφιγένεια. Η Φώκαια έγινε η γη των Λωτοφάγων για μένα. Ξέχασα ότι μ’ έδενε με την κοινωνική μου τάξη και άδραξα τον ακατάλληλο κοινωνικά έρωτα. Στην Μίλητο, μπήκα στη σπηλιά του Κύκλωπα, τον οίκο μιας μεγάλης εταίρας, διέτρυσα το μάτι του κατασκοπεύοντας τα μυστικά του πληρωμένου έρωτα, αποποιήθηκα την ταυτότητα μου και, όπως ο Κανένας, κέρδισα την ελευθερία να θέτω εγώ τους όρους του παιχνιδιού. Στην Τρωάδα και στην γύρω περιοχή παίχτηκε η Ιλιάδα μου, η αναζήτησή μου για νέους ορίζοντες. Στο Σίγειο, στον πόλεμο που δεν πήγα, συμμετείχα με την ψυχή μου, την Αταλάντα. Η Αθήνα ήταν το νησί του Αιόλου για μένα, το νησί του θεού του ανέμου, του πνεύματος. Έμαθα πώς να τιθασεύω τα πάθη με την δύναμη της γνώσης, της σοφίας. Προσάραξα όμως στο νησί της Καλυψούς και αγνοώντας το πνεύμα, ερωτεύτηκα και θέλησα να ζήσω τον παραδοσιακό ρόλο της συζύγου που είχα απαρνηθεί στην αρχή του ταξιδιού μου. ‘Έχασα όμως τον εαυτό μου και φεύγοντας, κόντεψα να πεθάνω. Επιβίωσα για να μαγευτώ απ' το τραγούδι των σειρήνων, τη μουσική της Σαπφούς που μου προσέφερε έναν έρωτα δυνατό αλλά αδύνατο. Τον έζησα, αλλά δεν άφησα να με παρασύρει. Η κούραση όμως και η μοναξιά μ' έριξαν στα δίχτυα της Κίρκης, του επικίνδυνου έρωτα και του υποκόσμου όπου ζούσε. Για να ξεφύγω έκανα το ταξίδι στην Κρήτη όπου έζησα τον τρόμο των Λαιστρυγόνων και σώθηκα παρά τρίχας. Στην πορεία του ταξιδιού μου στη ζωή, έχασα τους συντρόφους μου κι αυτό το ίδιο το καράβι μου. Αποκαμωμένη γύρισα στην Ιθάκη μου για να διεκδικήσω τον έρωτα της ψυχής μου και να βρω την αιώνια γαλήνη».