Αρχαϊκή Λέσβος - Ταξιδεύοντας σε θάλασσες και σε λιμάνια
Αρχαϊκή Λέσβος. Ταξιδεύοντας σε θάλασσες και λιμάνια (ΒΙΒΛΙΟΟΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ "Η ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ ΤΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ")
Η ιστορία της Λέσβου είναι εν πολλοίς δεμένη με την θάλασσα. Διά θαλάσσης έφτασαν στις ακτές του νησιού αρχικά Μινωίτες, αργότερα Μυκηναίοι και στα τέλη της 2ης χιλιετίας Αιολείς, βάζοντας τις βάσεις για την ανάπτυξη του λαμπρού αιολικού πολιτισμού. Ο Ηρόδοτος αναφέρει ότι οι Ίωνες διακρίθηκαν στις εμπορικές και αποικιακές επιχειρήσεις, καθώς τους έλαχαν φτωχότερα εδάφη σε σχέση με τους Αιολείς. (ΕΙΚΟΝΑ 2) Όμως και οι Λέσβιοι και κυρίως οι Μυτιληναίοι ήδη από το δεύτερο μισό του 8ου αι. και σε όλη τη διάρκεια του 7ου αι. π.Χ. αναπτύσσουν θαλάσσιες επικοινωνίες με τον υπόλοιπο ελληνικό κόσμο και τους λαούς της Ανατολής, ελέγχοντας τις ναυτικές οδούς από και προς τον Ελλήσποντο και την Προποντίδα. Βασιλείς και αριστοκράτες εκμεταλλεύθηκαν την εύφορη γη της Λέσβου και της μικρασιατικής ακτής, ιδρύοντας 30 περίπου αποικίες στον Αδραμυττηνό κόλπο και την βορειοδυτική Τρωάδα, τη θρακική Αίνο κοντά στις εκβολές του Έβρου ποταμού, αλλά και πιο μακρινές πόλεις, όπως τη Μάδυτο στον Ελλήσποντο. Το νησί μας, λόγω της γεωγραφικής του θέσης, γνώρισε ήδη από την αρχαϊκή εποχή τη λάμψη του χρυσού των βασιλείων της Λυδίας και της Περσίας και η Σαπφώ είχε αγαπημένες μαθήτριες στις φημισμένες Σάρδεις. Ο Αλκαίος αναφέρει ένα σπαθί με περίτεχνη χειρολαβή από χρυσό και ελεφαντόδοντο, το οποίο προέρχεται από την άκρη του κόσμου. (ΕΙΚΟΝΑ 3) Η θάλασσα ενώνει στεριές, μεταφέρει ανθρώπους, προϊόντα, ιδέες, θεούς και λατρείες. Οι Μυκηναίοι έφεραν στο νησί τη λατρεία της Ήρας και του Διός, αλλά η λατρεία της Κυβέλης έφτασε νωρίς στο νησί από τη Φρυγία. Τα κύματα της θάλασσας έφεραν στο νησί τη μουσική και την ποίηση. Ο μύθος αναφέρει ότι όταν οι μαινάδες της Θράκης κατασπάραξαν τον Ορφέα, η θάλασσα έφερε το κεφάλι και τη λύρα του στη Λέσβο, όπου συνέχιζε να απαγγέλει ποιήματα, να τραγουδά και να χρησμοδοτεί. Το μαντείο, το άδυτο του Ορφέα, ήταν κοντά στο Βακχείο της Άντισσας, ενώ η λύρα του ήταν κρεμασμένη στο ναό του Απόλλωνα στη Μυτιλήνη. Ο Μηθυμναίος μουσικός Αρίων απέκτησε μυθικές διαστάσεις όταν σώθηκε από τους πειρατές πάνω στη ράχη ενός δελφινιού. (ΕΙΚΟΝΑ 4) Το εμπόριο και η επικοινωνία μεταξύ των πόλεων είναι ορατές στα αρχαιολογικά ευρήματα. Γκριζόχρωμη λεσβιακή κεραμική, κυρίως αγγεία μεταφοράς και αποθήκευσης προϊόντων, έχει αποκαλυφθεί σε δεκάδες μακρινές αρχαιολογικές τοποθεσίες, όπως στις πόλεις της Μαύρης θάλασσας, τη Μακεδονία, την Αίγυπτο και το Ισραήλ. (ΕΙΚΟΝΑ 5) Στη Λέσβο των αρχαϊκών χρόνων έχουν αποκαλυφθεί
1
αξιόλογα δείγματα γραπτής κεραμικής από την Κόρινθο, τον Κεραμικό, τη Βόρεια Ιωνία, φανερώνοντας τις εμπορικές σχέσεις και τον πλούτο της αριστοκρατικής τάξης του νησιού. (ΕΙΚΟΝΑ 6). Αργότερα στην κλασική εποχή, δημιουργήματα φημισμένων εργαστηρίων της Ανατολικής Ελλάδας από γυαλί και μεταλλικά αγγεία από Βορειοελλαδικά εργαστήρια, προσφέρθηκαν ως κτερίσματα για να απαλύνουν τον ανθρώπινο πόνο της απώλειας και τον φόβο του άγνωστου.
(ΕΙΚΟΝΑ 7) Από τα προϊόντα της Λέσβου που διακινούνταν διά θαλάσσης, τα σημαντικότερα είναι το κρασί, το λάδι, τα θαλασσινά (μαλάκια και οστρακοειδή), κυρίως από τον κόλπο της Καλλονής και τη Μήθυμνα, όπως καταγράφεται στα αποσπάσματα του Αριστοτέλη και του Αθήναιου. Αργότερα στους ρωμαϊκούς χρόνους εξάγεται το έγχρωμο γκριζογάλανο μάρμαρο του νησιού και η στυπτηρία, η οποία είχε φαρμακευτική και βιοτεχνική χρήση, αλλά ακόμη και ένας άγνωστος σε εμάς πολύτιμος λίθος, τον οποίο ο Πλίνιος ο Πρεσβύτερος ονομάζει Lesbias. (ΕΙΚΟΝΑ 8) Στο ιστορικό μυθιστόρημα της κ. Κατραμάδου ξεδιπλώνεται συνοπτικά η ιστορία της αρχαϊκής Λέσβου μέσω μίας φανταστικής ηρωίδας-ιδιοκτήτριας ενός πλοίου, της Αταλάντας, η οποία ταξιδεύει στα λιμάνια του αρχαίου κόσμου για να διαθέσει το εμπόρευμά της. Αιολείς, Ίωνες και Λυδοί θέτουν το ιστορικό πλαίσιο της αφήγησης, ενώ η μικροϊστορία υφαίνεται στα λιμάνια της Φώκαιας, της Σμύρνης με τους ναούς της Νεμέσεως και της Αθηνάς, της Χίου, της Μιλήτου, της Ρόδου, της Κρήτης, της Κω, της Σάμου, της Κολοφώνας, της Εφέσου κ.α.
(ΕΙΚΟΝΑ 9) Σε κάθε πόλη που η Φοίβη και το πλήρωμά της επισκέπτεται η συγγραφέας επιλέγει να αναφερθεί στα πιο εμβληματικά στοιχεία της αρχαίας ιστορίας της. Παραδείγματος χάριν, στη Σάμο γίνεται αναφορά στο περίφημο αρχαίο λιμάνι της με τις τριήρεις, στα παγώνια και τα δεκάδες αναθήματα του Ηραίου, στην Έφεσο το Αρτεμίσιο, στη Ρόδο στο θεό Ήλιο και την παραγωγή γυάλινων αγγείων με την τεχνική του πυρήνα. Στην Κνίδο, μία πόλη με δύο λιμάνια και παρόμοια τοπογραφία με την πόλη της Μυτιλήνης, γίνεται αναφορά στην Κνιδία Αφροδίτη. Στο μυθιστόρημα φωτίζονται πτυχές του ναυτικού εμπορίου. Ευπαθή προϊόντα (λαχανικά, ξηροί καρποί, παστά ψάρια) πωλούνται στα πιο κοντινά λιμάνια και αντικαθίστανται με τοπικά προϊόντα, όπως η μαστίχα και το φημισμένο κρασί της Χίου, και αργότερα με τα περίφημα δίχρωμα μεταλλικά αγγεία. Στόχος είναι πάντα το κέρδος και η ασφαλής επιστροφή στο λιμάνι της Μυτιλήνης με νέο εμπόρευμα από τις φημισμένες αγορές, εμπόρευμα που θα δελεάσει τους πλούσιους κατοίκους του νησιού.
2
(ΕΙΚΟΝΑ 10) Όμως η ζωή στη θάλασσα κρύβει κινδύνους. Ο θάνατος της πιστής παραμάνας της Φοίβης, της Αντιόπης, φωτίζει μία ακόμη πτυχή της ελληνικής αρχαιότητας. Την ταφή στη θάλασσα ή σε ξένο έδαφος με μία απλή, αλλά τόσο καθηλωτική επιτύμβια επιγραφή «Αντιόπη εκ Μυτιλήνης», όπως η αντίστοιχη από την πόλη Αμαθούντα της Κύπρου.
(ΕΙΚΟΝΑ 11) Η ίδρυση αποικιών, το εισαγωγικό και εξαγωγικό εμπόριο προϋποθέτει αφενός μεν ισχυρές πόλεις-κράτη και αφετέρου λιμάνια. Η αρχαία Λέσβος διαθέτει ένα σημαντικότατο λιμενικό δίκτυο, το οποίο τα τελευταία χρόνια έγινε πιο κατανοητό και φωτίστηκαν άγνωστες πτυχές του. Το λιμενικό δίκτυο που αναπτύχθηκε είναι αποτέλεσμα πολλών παραγόντων, όπως του διαμερισμού των εδαφών του νησιού αρχικά σε έξι πόλεις-κράτη και του ανταγωνισμού μεταξύ των πόλεων. Όλες τους, με εξαίρεση την Αρίσβη, διαθέτουν ένα ή δύο κύρια λιμάνια, στα οποία διαχωρίζονται οι χρήσεις τους π.χ. σε πολεμική και εμπορική. Τα κύρια λιμάνια συμπληρώνονται με μικρότερες τεχνικές ή φυσικές λιμενικές εγκαταστάσεις που εξυπηρετούν, όπως ακριβώς και σήμερα, τους παράκτιους οικισμούς ή ειδικές χρήσεις, όπως οι μεταφορές μαρμάρινων όγκων στα λατομεία στο Τάρτι και το Κακό Λαγκάδι.
(ΕΙΚΟΝΑ 12) Στους ταραγμένους χρόνους της αρχαϊκής εποχής χρονολογείται η δημιουργία των πρώτων κλειστών λιμανιών στον αρχαίο ελληνικό κόσμο. Κλειστοί λιμένες ονομάζονται όσοι λιμένες προστατεύονται με επιθαλάσσια αμυντικά τείχη, υψωμένα πάνω στους εξωτερικούς τεχνητούς λιμενοβραχίονες, τοποθετώντας έτσι τα λιμάνια στο κέντρο της πόλης. Το λιμάνι της Θάσου χρονολογούμενο στο δεύτερο μισό του 6ου αι. π.Χ. θεωρείται ίσως το αρχαιότερο λιμενικό έργο της Ελλάδας. (ΕΙΚΟΝΑ 13) Η αρχαϊκή πόλη της Μυτιλήνης σαφώς διέθετε λιμάνι στα βόρεια του Κάστρου, το οποίο όμως δεν σώθηκε, καθώς αργότερα ενσωματώθηκε στο νεώτερο λιμάνι. Το βόρειο λιμάνι της Μυτιλήνης, στραμμένο προς την Ανατολή, είναι το σημαντικότερο λιμενικό έργο της Λέσβου και ένα από τα καλύτερα διατηρημένα αρχαία λιμάνια της Μεσογείου. Οι λιμενοβραχίονες του παρουσιάζουν την ίδια μορφή με αυτούς της Μήθυμνας. Και τα δύο τους χρονολογούνται με ασφάλεια στο δεύτερο μισό του 4ου αι. π.Χ. Είναι κατασκευασμένα κατά το έμπλεκτο σύστημα με μεγάλες ορθογωνισμένες λιθοπλίνθους στις εξωτερικές πλευρές, προκυμαία εσωτερικά και αμυντικό τείχος εξωτερικά και γι’ αυτό χαρακτηρίζονται ως κλειστοί λιμένες. Ωστόσο, λαμβάνοντας υπόψη το κείμενο του Θουκυδίδη, θεωρούμε ότι το βόρειο λιμάνι πρέπει να ξεκίνησε να κατασκευάζεται στις αρχές του 5ου αι. π.Χ. και
3
διακόπηκε εξαιτίας των τραγικών γεγονότων του Πελοποννησιακού Πολέμου και τον αδυσώπητο ανταγωνισμό μεταξύ ολιγαρχικών και δημοκρατικών. Μένοντας στην ιστορική περίοδο που παρουσιάζεται στο βιβλίο της κ. Κατραμάδου θα πρέπει να κάνουμε ειδική μνεία για τα λιμάνια της Άντισσας και της Ερεσού. (ΕΙΚΟΝΑ 14) Το τεχνητό λιμάνι της Άντισσας βρίσκεται σε απόσταση 270 μ. από την ανατολική πλευρά της χερσονήσου και στα δυτικά της αρχαϊκής νεκρόπολης. Ο λιμενοβραχίονας, που περιβάλλει από βόρεια και ανατολικά τη λιμενολεκάνη, αποτελεί συνέχεια ενός φυσικού βραχώδους εξάρματος, το οποίο προεκτάθηκε με μια τεχνητή λιθορριπή. Στον βυθό εντοπίζονται τα κατάλοιπα από τη θεμελίωση ενός ισχυρότατου τοίχου, με βορειοδυτικό προσανατολισμό και σωζόμενο μήκος περίπου 50 μ., χτισμένου κατά το λέσβιον σύστημα δόμησης. Το σύστημα δόμησης παραπέμπει σε μία πρώιμη χρονολόγηση στην Αρχαϊκή Εποχή.
Κατάλοιπα του αρχαίου λιμανιού της Ερεσού διακρίνονται κυρίως κάτω από το σύγχρονο αλιευτικό καταφύγιο και είναι ορατά στο επίπεδο της επιφάνειας της θάλασσας. (ΕΙΚΟΝΑ 15) Οι λιμενοβραχίονες σχήματος Γ είναι κατασκευασμένοι κατά το «έμπλεκτον σύστημα» δόμησης με λιθόπλινθους από σκληρό ηφαιστειογενές πέτρωμα στις εξωτερικές πλευρές και γέμισμα από μικρότερους αργούς και ημίεργους λίθους στο κεντρικό τμήμα της κατασκευής. Το μέγιστο μήκος του κάθετου λιμενοβραχίονα υπολογίζεται σε 140 μ., το πλάτος του σε 7,30 μ. και το μέγιστο ύψος περίπου 2,50 μ. Αν και ο λιμενοβραχίονας δεν μπόρεσε να καθαριστεί από τη θαλάσσια χλωρίδα από τον φίλο και συνάδερφο ενάλιο αρχαιολόγο Θεοτόκη Θεοδούλου, που έκανε την ανακάλυψη, οι λίθοι στις πλαϊνές όψεις εμφανίζουν χαρακτηριστικά λέσβιου συστήματος δόμησης με καμπύλες πλευρές για κάθε λίθο, όπως και στην περίπτωση του λιμενικού έργου της Άντισσας.
(ΕΙΚΟΝΑ 16) Σε κάθε περίπτωση, η κατασκευή των λιμανιών της Ερεσού και της Άντισσας κατά το λέσβιο σύστημα δόμησης και η χρονολόγησή τους στην Αρχαϊκή Εποχή ίσως μπορεί να μας οδηγήσει στο συμπέρασμα ότι οι δύο πόλεις της Λέσβου διαθέτουν τα παλαιότερα δείγματα κλειστών λιμένων, όχι μόνο στο νησί της Λέσβου, αλλά και σε όλο το Αιγαίο. Επιπλέον, η χρήση του λέσβιου συστήματος δόμησης για την κατασκευή των λιμενοβραχιόνων αποδεικνύει ότι η λέσβια οικοδομή δεν αποτέλεσε μόνο αισθητική επιλογή των Λέσβιων, αλλά χρησιμοποιήθηκε ευρύτερα και σε "αθέατα" έργα, λόγω της σταθερότητας και ανθεκτικότητας που προσέφερε.